Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου 2016

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ – ΤΟ ΧΘΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ


Η τηλεόραση έχει μονοπωλήσει το ενδιαφέρον του δημόσιου διαλόγου το τελευταίο διάστημα στα τεκταινόμενα της ελληνικής πραγματικότητας, καθώς η επικαιρότητα θέλει τα ιδιωτικά κανάλια να «μάχονται» για τις τηλεοπτικές άδειες και το μέλλον των εργαζομένων τους σε αυτά.
Εμείς θα ανατρέξουμε στο παρελθόν για να γνωρίσουμε λίγο καλύτερα την Ελληνική τηλεόραση μέσα από την ιστορία της.


Η ιστορία της Ελληνικής τηλεόρασης μπορεί κανείς να πει πως χωρίζεται σε πέντε περιόδους:
  1. Πειραματική(1951-1966)
  2. Δικτατορίας(1966-1974)
  3. Μεταπολίτευσης(1974-1989)
  4. Επικράτησης της Ιδιωτικής Τηλεόρασης(1989-2010) και τέλος
  5. Περίοδο Κρίσης(2010-σήμερα)
Σε κάθε μια από αυτές τις περιόδους εντοπίζονται ιστορικά οι συγκυρίες λειτουργίας του τηλεοπτικού τοπίου, οι θεματικές ενότητες των εκάστοτε καναλιών και το Συνταγματικό/νομικό πλαίσιο οργάνωσής και λειτουργίας τους.
1.  Πειραματική Περίοδος(1951-1966)
Παρόλο που η  πρώτη επίσημη τηλεοπτική εκπομπή έλαβε μέρος την Τετάρτη της 23ης Φεβρουαρίου 1966, δεν ήταν λίγες οι απόπειρες που πραγματοποιήθηκαν νωρίτερα σε πειραματικό επίπεδο.

Παρατηρείται λοιπόν ό,τι μολονότι ο πρώτος τηλεοπτικός  δέκτης ήρθε στην Ελλάδα το 1951 από την Αγγλία και ταυτοχρόνως δημιουργήθηκε το νομοθετικό πλαίσιο που προέβλεπε την ίδρυση και τη λειτουργία ραδιοτηλεοπτικών σταθμών (Ν1663/1951 «Περί εγκαταστάσεως και λειτουργίας Ραδιοφωνικών πομπών των Ενόπλων Δυνάμεων»), η οικονομική κατάσταση της Ελλάδας δεν επέτρεπε να ευοδωθεί η οποιαδήποτε επένδυση στο Μέσο πριν από το 1966. Οπότε και εξέπεμψε για πρώτη φορά τακτικά τηλεοπτικό σήμα από δημόσιο τηλεοπτικό σταθμό(ΕΙΡ), με δεύτερο σταθμό  αυτόν των Ενόπλων Δυνάμεων(ΤΕΔ).
Το 1958, ένας ιαπωνικός οίκος μειοδότησε στο διαγωνισμό που κινήθηκε για τη δημιουργία της Ελληνικής Τηλεόρασης αλλά η απόπειρα του οίκου για ένα ολοκληρωμένο σχέδιο απέτυχε. Εν συνεχεία, η νέα μελέτη για την Ελληνική Τηλεόραση ανατέθηκε στην ιταλική RAI και υπογράφει σύμβαση από τον υπουργό Τύπου. Ωστόσο τελικώς η σύμβαση ακυρώθηκε.
Το φθινόπωρο του 1960, με πρωτοβουλία του Μ. Ιατρίδη (προϊστάμενο Δημοσίων Σχέσεων της ΔΕΗ) στήθηκαν  600 συσκευές σε δημόσιους χώρους και εξέπεμψε η πρώτη τηλεοπτική εικόνα από το τηλεοπτικό περίπτερο της ΔΕΗ στη ΔΕΘ. Το κοινό υποδέχτηκε αυτή την απόπειρα με μεγάλο ενθουσιασμό καθώς καταμετρήθηκαν περί τις 36.000 τηλεθεάσεις. Έτσι πραγματοποιήθηκαν άλλες 22εκπομπές με σημαντικούς καλεσμένους όπως τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, την Ελένη Βλάχου, την Αλίκη Βουγιουκλάκη, την Άννα Συνοδινού, την Κατίνα Παξινού κ.ά.
Έπειτα, το 1962 στήθηκε ένας ακόμα σταθμός της ΔΕΗ. Διεκόπη ωστόσο γρήγορα η λειτουργία του, αφού με συνταγματική πράξη η τηλεόραση ανατέθηκε στο Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας(ΕΙΡ). Την ίδια χρονιά το ΕΙΡ αγόρασε οικόπεδο στην οδό Μεσογείων όπου φιλοξενείται το γνωστό σήμερα μέγαρο της Αγίας Παρασκευής.
Τον Αύγουστο του 1965 πραγματοποιήθηκε εγκατάσταση τηλεοπτικής κεραίας στην ταράτσα της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στράτου. Άρχισαν προβολές από τα στούντιο της και εξέπεμπε κυκλικά σε μια αρκετά μεγάλη εμβέλεια, από τον Ασπρόπυργο μέχρι την Εκάλη. Το ίδιο χρόνο, ακριβώς 4 χρόνια μετά τις πειραματικές εκπομπές του πρώτου ελληνικού τηλεοπτικού σταθμού από τη ΔΕΘ, έγινε η πρώτη δοκιμαστική μετάδοση εκπομπής του ΕΙΡ από το στούντιο 3 των Ραδιοφωνικών Θαλάμων του Ζαππείου.
Οι εκπομπές περιελάμβαναν συνήθως προβολή των ελληνικών επικαίρων, τραγούδια και ντοκιμαντέρ. Η ταυτόχρονη ύπαρξη δεύτερου καναλιού λειτούργησε ανταγωνιστικά παρά το φτωχό πρόγραμμα. Οι Αθηναίοι γοητευμένοι από το πρωτόγνωρο γι’ αυτούς θέαμα συγκεντρώνονταν στους δρόμους έξω από τις βιτρίνες των καταστημάτων για την παρακολούθηση εκείνων των πρώτων εκπομπών.
Τέλος, σε νομοθετικό επίπεδο κατοχυρώθηκαν οι προστατευτικές διατάξεις της ελευθερίας του Τύπου από Σύνταγμα του 1952, άρθρο 14§1.
2. Περίοδος Δικτατορίας(1966-1974)
Όπως προαναφέρθηκε η ιστορική ημέρα που η Ελένη Κυπραίου, ως η πρώτη παρουσιάστρια της ελληνικής τηλεόρασης, βγήκε στο ασπρόμαυρο τότε «γυαλί», ήταν η 23 Φεβρουαρίου 1966.

Αυτό που δεν ειπώθηκε είναι πως το ξεκίνημα της ελληνικής τηλεόρασης δεν ήταν καθόλου εύκολο, καθώς η δικτατορία ήρθε 2 μήνες μετά από την πρώτη της επέτειο.
Με το χουντικό νομοθετικό διάταγμα 722/1970 η Τηλεόρασητον Ενόπλων Δυνάμεων(ΤΕΔ) μετονομάστηκε σε Υπηρεσία Ενημερώσεων Ενόπλων Δυνάμεων(ΥΕΝΕΔ) και περιγραφόταν σαν μια πολιτικό-στρατιωτική υπηρεσία με ρητό σκοπό λειτουργίας, πέρα από την ψυχαγωγία και την ενημέρωση, τη «διενέργεια ψυχολογικών επιχειρήσεων βάσει των εκάστοτε οδηγιών και κατευθύνσεων του Αρχηγείου Ενόπλων Δυνάμεων». Ακόμη, το νομοθετικό διάταγμα 745/1970 μετονόμασε το ΕΙΡ σε ΕΙΡΤ.
Κατά τη διάρκεια της Χούντας των Συνταγματαρχών παγιώθηκε η δομή του προγράμματος με μείγμα ψυχαγωγίας και ενημέρωσης, η οποία λογοκρίνονταν. Η Χούντα των Συνταγματαρχών διατήρησε τους σταθμούς και έδωσε στον ενημερωτικό τομέα έναν προπαγανδιστικό ρόλο μέσω της συνεχούς προβολής. Εν ολίγοις, το καθεστώτος χρησιμοποίησε  τους σταθμούς ως μηχανισμό προώθησης της ιδεολογία του.
Η ΥΕΝΕΔ έχαιρε της εύνοιας του καθεστώτος ως στρατιωτικό κανάλι. Γι’ αυτό το λόγο εμπλουτίστηκε με ενημερωτικές εκπομπές, αθλητικές μεταδόσεις, talk shows όπως το «Αλάτι και Πιπέρι» του Φρέντυ Γερμανού, ζωντανό πρόγραμμα, θέατρο, μουσική και παιχνίδια. Στα δελτία ειδήσεων ο λόγος κυριαρχούσε έναντι της εικόνας.
Τον 21 Ιουλίου του 1969 πραγματοποιήθηκε η πρώτη αναμετάδοση της προσσελήνωσης του Απόλλων 11 και θεωρείται μια ιστορική στιγμή καθώς λέγεται πως την παρακολούθησαν όλοι οι τότε τηλεθεατές, οι οποίοι πρέπει να έφταναν έως και τους 200.000. Το 1970 μεταδόθηκε το πρώτο ελληνικό σίριαλ, το «Σπίτι με τον Φοίνικα» και έγιναν οι πρώτες αθλητικές μεταδόσεις όπως αυτή του Μουντιάλ.
3. Περίοδος Μεταπολίτευσης(1974-1989)
Η πτώση της Χούντας τον Ιούλιο του 1974 συνοδεύτηκε από προσδοκίες για εκδημοκρατισμό της τηλεόρασης. Το ΕΙΡ όμως είχε μια δομή που δεν άλλαξε πολύ μετά την πτώση της χούντας, καθώς παρουσίαζε συμπτώματα κακοδιοίκησης και είχε πληθώρα προσωπικού, που απαιτούσε αναδιοργάνωση, αλλαγή νοοτροπίας και καλύτερη χρηματοδότηση. Στο πρόγραμμα υπήρξε στροφή σε κοινωνικού τύπου έργα μυθοπλασίας, τηλεταινίες και ντοκιμαντέρ που ταίριαζαν και με την ιδεολογική γραμμή της νέας κυβέρνησης, αλλά και σε νέους δημιουργούς. Ενώ η ενημέρωση ήταν περισσότερο ελεύθερη, δεν ήταν πάντα αντικειμενική.
Από τον Ιανουάριο του 1979 η ελληνική τηλεόραση πέρασε σταδιακά σε έγχρωμη μετάδοση και το 1987 ενοποιήθηκαν η ΕΡΤ1 και η ΕΡΤ2 σε ενιαίο φορέα ο οποίος μετονομάστηκε σε ΕΡΤ ενώ τον Φεβρουάριο του 1989 ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη η ΕΤ3.
Το Σύνταγμα του 1975 περιλάμβανε προβλέψεις για τη ραδιοτηλεόραση καθιερώνοντας την κρατική εποπτεία της λειτουργίας της. Το άρθρο 15§2 στην αρχική εκδοχή του 1975/1986 αναφέρει ότι: «Η ραδιοφωνία και η τηλεόραση υπάγονται στον άμεσο έλεγχο του Κράτους και έχουν σκοπό την αντικειμενική και με ίσους όρους μετάδοση πληροφοριών και ειδήσεων, καθώς και προϊόντων του λόγου και της τέχνης. Πρέπει πάντως να εξασφαλίζεται η ποιοτική στάθμη των εκπομπών που επιβάλλει η κοινωνική αποστολή τους και η πολιτιστική ανάπτυξη της Χώρας». Σύμφωνα με νομικούς, ο «άμεσος έλεγχος» που ορίζει το Σύνταγμα δεν απέκλειε την ύπαρξη ιδιωτικών σταθμών.
Το τηλεοπτικό τοπίο λειτουργούσε χωρίς μόνιμες άδειες. Σχετική νομοθεσία περί αδειών έγινε με τον νόμος 1866 το 1989. Με αποτέλεσμα να δοθούν σχετικές προσωρινές άδειες, διάρκειας επτά ετών, στις 24 Ιουλίου 1989 για δύο σταθμούς, το Mega Channel και τη Νέα Τηλεόραση (δεν εξέπεμψε ποτέ). Λίγο αργότερα άρχισε να εκπέμπει και ο ΑΝΤ1.
Τέλος, το κράτος ρυθμίζει τα ραδιοτηλεοπτικά ζητήματα μέσα από την ανεξάρτητη, συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή(1989), ήτοι το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης(ΕΣΡ).

4. Περίοδος Επικράτησης της Ιδιωτικής Τηλεόρασης(1989-2010)
Ενώ ήδη από το 1989 είχαν αρχίσει να εκπέμπουν ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί επικράτησαν αργότερα σε τηλεθέαση. Επιδόθηκαν σε έντονο ανταγωνισμό στον ενημερωτικό και στον ψυχαγωγικό τομέα και απέκτησαν μεγάλη επιρροή στο κοινό.
Συγκεκριμένα, το σύστημα των καναλιών πανελλαδικής εμβέλειας παγιώθηκε γύρω από τα τρία δημόσια δίκτυα και από τα ιδιωτικά με το Mega και τον ANT1 να είναι τα μεγαλύτερα μαζί με τα κάπως μικρότερα (Star, Alpha, Alter, ΣΚΑΪ), αρκετά μικρότερης επιρροής και τοπικής εμβέλειας (ΑΡΤ, 902, Μακεδονία TV, High, Kontra και άλλα) και πολλές δεκάδες περιφερειακής και τοπικής εμβέλειας. Με την πάροδο των ετών, ο Alpha μπήκε ανάμεσα στο Mega  και τον ANT1 και αποτελούσε ένα από τα τρία μεγαλύτερα ελληνικά δίκτυα.
Στις 15 Οκτωβρίου 1994 άρχισε να εκπέμπει το πρώτο συνδρομητικό δίκτυο, το Filmnet, σε συχνότητες που νοίκιαζε από την ΕΡΤ, με πρόγραμμα που επικεντρώνονταν στις ταινίες πρώτης προβολής και τα αθλητικά. Προς το τέλος της δεκαετίας έγιναν κινήσεις και για ψηφιακή δορυφορική πλατφόρμα: στις 16 Νοεμβρίου 1999 άρχισε να εκπέμπει η Nova, ενώ στις 29 Οκτωβρίου 2001 άρχισε να εκπέμπει η επίσης Alpha Digital Services που χρεοκόπησε ένα χρόνο αργότερα. Σήμερα σε λειτουργία παραμένει η Nova και ο OTE TV. Δορυφορικά προγράμματα για τους απόδημους εξέπεμπαν κατά καιρούς η ΕΡΤ, το Mega, ο ANT1 και το Alter.
Γενικά, τη δεκαετία του 2000 δεν υπήρξαν σημαντικές αλλαγές στο σκηνικό, με τα ιδιωτικά κανάλια να κυριαρχούν, αλλά να χάνουν σταδιακά θεατές, κυρίως προς τα νέα ψηφιακά μέσα και τα δημόσια να ανταγωνίζονται σε κάποιες περιπτώσεις τα ιδιωτικά.
Η ελληνική τηλεόραση κατά καιρούς είχε κατηγορηθεί για έλλειψη αντικειμενικότητας στον ενημερωτικό τομέα εξαιτίας της χειραγώγησης των δημόσιων δικτύων από τις μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις και εξαιτίας του ότι τα ιδιωτικά δίκτυα προβάλλουν τα επιχειρηματικά ή πολιτικά συμφέροντα των ιδιοκτητών τους. Μεγάλα ιδιωτικά δίκτυα στηρίζονταν σε μεγάλο βαθμό σε εκδοτικά και επιχειρηματικά συμφέροντα, χωρίς πολύ μεγάλη συμμετοχή ξένων κεφαλαίων. Τα ιδιωτικά κανάλια είχαν επικριθεί για το χαμηλής ποιότητας πρόγραμμα στον ψυχαγωγικό και τον ενημερωτικό τομέα.
Ένας νέος διαγωνισμός έγινε το 1997 αλλά το 2002 κηρύχτηκε άγονος και έκτοτε τα ιδιωτικά δίκτυα, τοπικά και εθνικής εμβέλειας λειτουργούσαν χωρίς άδεια.
Εκτός από τα ζητήματα αδειοδότησης η πολιτεία είχε προσπαθήσει να ρυθμίσει ζητήματα της συγκέντρωσης του ιδιοκτησιακού καθεστώτος στα μέσα ενημέρωσης και ειδικότερα στην τηλεόραση. Ο νόμος 2328 προσπαθούσε να περιορίσει την οριζόντια και την κάθετη συγκέντρωση στα Μέσα, δηλαδή την κατοχή Μέσων διαφορετικών τύπων (εφημερίδα, ραδιοφωνικός/τηλεοπτικός σταθμός) ή πολλών του ίδιου τύπου, σε ένα από κάθε είδος. Η υλοποίηση του νόμου γνώρισε καθυστερήσεις.
Η συνταγματική αναθεώρηση του 2001, με το άρθρο 14§9, καθιέρωσε το ασυμβίβαστο μεταξύ του ιδιοκτήτη ΜΜΕ και του προμηθευτή του Δημοσίου και εισήγαγε την έννοια του βασικού μετόχου. Ο σχετικός νόμος 3021/2002 θεωρούσε βασικό μέτοχο το φυσικό πρόσωπο ή την εταιρεία που κατέχει τουλάχιστον το 5% του μέσου, ενώ καθιέρωνε και την έκδοση πιστοποιητικού διαφάνειας από το ΕΣΡ που βεβαίωνε ότι δεν υπάρχει σχέση με έργα του Δημοσίου. Αργότερα, ο νόμος 3310/2005 εισήγαγε άλλες σχετικά με το ποια πρόσωπα θεωρούνται εξαρτώμενα από τον βασικό μέτοχο ενώ το όριο για τον χαρακτηρισμό μετόχου σαν βασικού κατέβηκε στο 1%. Ωστόσο αυτός ο νόμος συνάντησε την αντίδραση της EE για πιθανή παραβίαση του ελεύθερου ανταγωνισμού και τελικά αναθεωρήθηκε.
Από το 2006 άρχισαν οι προετοιμασίες για την μετάβαση στην επίγεια ψηφιακή τηλεόραση. Τόσο οι νομοθετικές διατάξεις(νόμος 3592/2007), όσο και οι τεχνικές υποδομές δεν είχαν ολοκληρωθεί, σε όλη τη χώρα από τα κανάλια και τους τηλεθεατές, νωρίτερα από τον Φεβρουάριο του 2015. Καθυστερημένα σε σχέση με άλλες χώρες της ΕΕ.
5. Περίοδο Κρίσης(2010-σήμερα)
Η κακή οικονομική κατάσταση των περισσότερων καναλιών άρχισε να γίνεται εμφανής μετά το 2008 και περισσότερο μετά το 2010, με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης.  Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το κλείσιμο του Alter Channel. Επίσης, δεν είναι λίγες οι φορές που το κοινό ενημερώθηκε για το ενδεχόμενο κλεισίματος του Mega. Ο προϋπολογισμός των καναλιών περιορίστηκε δραματικά, όπως και τα έσοδα από τη διαφήμιση, και συρρικνώθηκε το εγχώριο ψυχαγωγικό και ενημερωτικό πρόγραμμα υπέρ ξένων σειρών. Συχνό είναι ακόμη το φαινόμενο των επαναλήψεων και της σύμπτωσης του περιεχομένου από το ένα κανάλι στο άλλο.
Πέραν αυτών, δυο είναι τα περιστατικά που χαρακτηρίζουν αυτή την περίοδο. Το πρώτον είναι το κλείσιμο και επαναλειτουργία ΕΡΤ και το δεύτερο, πιο πρόσφατο, είναι οι τηλεοπτικές άδειες.
Μέχρι και το καλοκαίρι του 2013 υπήρχαν τρία δημόσια κανάλια, η ΕΤ1 και η ΝΕΤ σαν εξέλιξη των δύο αρχικών, και η ΕΤ3. Αυτά σταμάτησαν να εκπέμπουν όταν το καλοκαίρι του 2013 αποφασίστηκε αιφνιδιαστικά η διακοπή λειτουργίας της ΕΡΤ. Σκοπός ήταν η δημιουργία μιας νέας εξυγιασμένης εταιρείας στην οποία θα απορροφούνταν μεγάλο μέρος του προσωπικού της ΕΡΤ. Έτσι λίγες μέρες μετά από τη διακοπή της λειτουργίας της ΕΡΤ ιδρύθηκε ένας νέος δημόσιος ραδιοτηλεοπτικός φορέας, η Νέα Ελληνική Ραδιοφωνία, Ίντερνετ και Τηλεόραση(ΝΕΡΙΤ). Μέχρι να προετοιμασθεί ο νέος φορέας και ύστερα από απαίτηση του ΣτΕ δημιουργήθηκε η Δημόσια Τηλεόραση, ένας μεταβατικός δημόσιος ραδιοτηλεοπτικός φορέας υπό την αιγίδα του Υπουργείου Οικονομικών. Σταδιακά αρκετοί εργαζόμενοι άρχισαν να εργάζονται στο νέο φορέα, αν και οι ιντερνετικοί σταθμοί συνέχισαν να εκπέμπουν κάτω από το αυτοδιαχειριζόμενο εγχείρημα της ΕΡΤ Open. Η διευθέτηση των ζητημάτων της, όπως η κανονική λειτουργία της ΝΕΡΙΤ και οι αποζημιώσεις των απολυμένων της ΕΡΤ συνεχίστηκε μέσα στο 2014. Η ΝΕΡΙΤ ξεκίνησε τη λειτουργία της στις αρχές Μαΐου του 2014 και διακόπηκε στις αρχές Ιουνίου του 2015 με την επαναλειτουργία της ΕΡΤ.
Στις 24 Αυγούστου του 2016 ήρθε σε διαβούλευση στη Βουλή το νομοσχέδιο σχετικά με τις τηλεοπτικές άδειες και με την λειτουργία των ιδιωτικών καναλιών, με τις τηλεοπτικές συχνότητες, το ΕΣΡ και με την λειτουργία της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων. Ο διαγωνισμός για τις 4 τηλεοπτικές άδειες διεξήχθη τελικώς στις 30 Αυγούστου, με 8 υποψήφιους. Ο διαγωνισμός ολοκληρώθηκε στις 2 Σεπτεμβρίου και τις άδειες πήραν οι:
1) ΣΚΑΪ
2) Ι.Β.Καλογρίτσας
3) ΑΝΤΕΝΝΑ TV
4) ALTER EGO Συμφερόντων Β. Μαρινάκη

Για τον Τομέα Βιογραφιών & Κουλτούρας Πολιτισμών:
Έφη Αμοιρίδου, Δημοσιογράφος
Πηγη: eoellas.org

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου